Από τις σελίδες ενός Ημερολογίου

«Δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν όμως μοναδική!

Όχι λίγες φορές φιλοξενήσαμε στον Αττικό λαμπερό ουρανό και στις καθάριες γαλάζιες θάλασσες της Πατρίδας παιδιά από διάφορες περιοχές της αγαπημένης μας Ουκρανίας. Αυτή τη φορά, όμως, τα αισθήματα ήταν ανεπανάληπτα. Ήταν μοναδικά!

Η φρίκη του πολέμου δεν σκλήρυνε την καρδούλα τους. Ο κονιαρκτός από τους όλμους και τις οβίδες δεν σκέπασε τις ευαίσθητες χορδές της ψυχής τους. Το ξερίζωμα από τα πάτρια εδάφη και ο θάνατος συγγενών και φίλων δεν μπόρεσαν να τα μολύνουν. Απλά, κατάλαβαν, σε μικρή ηλικία, ότι η Ελευθερία δεν χαρίζεται, αλλά κατακτιέται!

     

Ήταν τα σαράντα παιδιά από τα χωριά της Μαριούπολης, που σε συνεργασία με το Δήμο Αθηναίων και υπό την Αιγίδα της Πρεσβείας της Ουκρανίας στην Ελληνική Δημοκρατία φιλοξενήσαμε, κατά τη θερινή περίοδο, στις κατασκηνώσεις του Αγίου Ανδρέα.

Κορμάκια λυγερά, σαν φρεσκοφυτευμένα κυπαρισσάκια, που άλλα θέλουν να ανδρωθούν και άλλα να λικνιστούν στην αγνή αύρα της εφηβείας. Μάτια, στα χρώματα του Ουρανού μας. Καθαρά και σπινθηροβόλα. Μαλλιά, υπόξανθα, σαν τη φύτρα του Ουκρανικού σταριού. Πρόσωπα, με δέρμα λευκό και λείο, με σοβαρά χαρακτηριστικά, αλλά και με την παιδική αθωότητα ζωγραφισμένη.
Ήταν οι μικροί φίλοι μας, που θελήσαμε να τους χαρίσουμε αυτό που κάθε Παιδί ονειρεύεται και δικαιούται: ΑΓΑΠΗ. Και μας προσφέρανε μια αγκαλιά γεμάτη ευγνωμοσύνη. Έναν όμορφο Κόσμο φτιαγμένο από αθώες παιδικές φωνούλες, πηγαίο γέλιο, παιχνίδι και ευτυχία.

Αλήθεια, τί να πρωτοθυμηθώ;

Το κρυστάλλινο δάκρυ που κύλισε από τα μάτια του παλληκαριού ή το γλυκό χαμόγελο με τα λακκάκια στα μάγουλα του κοριτσιού, όταν τους προσφέραμε την Ελληνική και Ουκρανική Σημαία, για να αισθάνονται τις ημέρες αυτές την αγάπη των Ελλήνων και την ανάσα της Πατρίδας;

Το γλυκό σαραντάηχο, σαν αηδονιού κελάηδισμα, που έψαλε με εθνική μυσταγωγία και γνήσιο πατριωτισμό τους Εθνικούς Ύμνους των δύο Λαών; Ή μήπως το βροντερό «Ζήτω η Ελλάδα» και «Σλάβα Ουκραίνι» που διαπέρασε τους ουρανούς όπως η αστραπή διελαύνει μέσα από τους αιθέρες;

Την εσωτερική ευγένεια, όταν με παιδική λαχτάρα, αλλά και υποδειγματική διακριτικότητα πήραν τα αναμνηστικά τους δώρα και κάθισαν παράμερα για να τα δουν και τα επεξεργαστούν; Ή την απόλυτη ευπρέπεια και τάξη στην ώρα του φαγητού, δείγμα χριστιανικής και οικογενειακής παράδοσης και αγωγής;

   

Τη ζεστή αγκαλιά της μικρής μας φίλης, που συμπτωματικά την ημέρα εκείνη είχε τα γενέθλιά της ή τα γεμάτα αγάπη και ευγνωμοσύνη λόγια του μικρού Βαλέριου που μου χάρισε ένα φιλί και ένα κέρμα για «καλή τύχη»;

Τι να πρωτοθυμηθώ;

Δεν είναι τα παιδιά κάποιου άλλου Θεού. Είναι οι Φίλοι μας από τη Μαριούπολη. Οι μικροί Ακρίτες της Ουκρανίας.

Εικόνες που θα μείνουν βαθειά χαραγμένες στα τρίσβαθα της ψυχής μου και θα εξακολουθήσουν να καθοδηγούν το δρόμο μου. Την πορεία προς το Θεό μέσω του Ανθρώπου».

Οι γραμμές αυτές γράφτηκαν το βράδυ της Τρίτης 31 Ιουλίου 2018, μετά το «καλωσόρισμα» των παιδιών από την εμπόλεμη περιοχή της Ουκρανίας, που φιλοξενήθηκαν στην Ελλάδα κατά τη φετινή θερινή περίοδο.

Το κείμενο προέρχεται από το προσωπικό ημερολόγιο του κ. Γεράσιμου-Νικόλαου Μπουγά,

Γενικού Γραμματέα του Ελληνο-Ουκρανικού Επιμελητηρίου.