Μια άγνωστη πτυχή της κρίσης στην Ουκρανία

Α) Πρώτον, ότι οι Ρωσία, ΗΠΑ και Η.Β. επαναβεβαιώνουν την δέσμευσή τους «να σέβονται την ανεξαρτησία, κυριαρχία και τα υφιστάμενα σύνορα της Ουκρανίας.

Β) Δεύτερον, ότι οι τρεις χώρες «θα απέχουν από κάθε απειλή ή χρήση βίας εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας ή πολιτικής ανεξαρτησίας της Ουκρανίας» και ότι «τα πυρηνικά όπλα δεν θα χρησιμοποιηθούν στο μέλλον παρά μόνο ως νόμιμη άμυνα».

Το πρώτο εγγυάται –δήθεν- ότι οι 3 χώρες δεν θα επιτεθούν εναντίον της Ουκρανίας και το δεύτερο ότι δνε θα χρησιμοποιήσουν το οπλοστάσιό τους, παρά μόνο σε νόμιμη άμυνα. Και τα δύο άρθρα, ουσιαστικά επαναλαμβάνουν αυτούσιο το άρθρο 2 (4) του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που ήδη από το 1945 «απαγορεύει κάθε απειλή και χρήση βίας εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας ή πολιτικής ανεξαρτησίας ενός Κράτους». Με άλλα λόγια δεσμεύονται ότι δεν θα επιτεθούν εναντίον της Ουκρανίας, κάτι που δεν επιτρέπεται ούτως ή άλλως από το διεθνές δίκαιο.

Γ) Με το τρίτο άρθρο, οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις δεσμεύονται ότι θα «απέχουν από την άσκηση οικονομικού εξαναγκασμού εναντίον της Ουκρανίας, προκειμένου η χώρα να εξυπηρετήσει δικά τους συμφέροντα.

Δ) Στο άρθρο 4, Ρωσία, ΗΠΑ και Η.Β. υπόσχονται «να αναζητήσουν την άμεση συνδρομή του Συμβουλίου Ασφαλείας αν η Ουκρανία δεχθεί απειλή» ή «επίθεση με πυρηνικά όπλα». Τα τρία μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, υπόσχονται, δηλαδή, ότι θα αναλάβουν τον ρόλο που ήδη έχουν, σύμφωνα με τον Χάρτη των Η.Ε. Αυτή η δέσμευση αφορά μόνο τη χρήση πυρηνικών όπλων και όχι την σημερινή επίθεση που δέχεται η Ουκρανία.

Ε) το πέμπτο άρθρο προβλέπει ότι οι τρεις δυνάμεις θα χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα εναντίον της Ουκρανίας μόνο ως απάντηση σε επίθεση με πυρηνικά όπλα.

Με αυτό το Μνημόνιο, λοιπόν, η Ουκρανία, παρέδωσε τα πυρηνικά όπλα που διέθετε με αντάλλαγμα δεσμεύσεις που ούτως ή άλλως απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, άρα χωρίς κανένα όφελος.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια Συμφωνία, που επιβλήθηκε στην Ουκρανία, ενδεδυμένη με τον μανδύα του διεθνούς δικαίου, χωρίς περιεχόμενο και ουσία.

Η σχετική μελέτη, με έκανε να θυμηθώ πόσες φορές αντίστοιχες συμφωνίες υπογράφονται ανάμεσα σε ισότιμα, κατά τα άλλα κράτη, αλλά αποτελούν βούληση των ισχυρών. Τί να πρωτοαναφέρω; Ενδεικτικά μόνο, την Συμφωνία Εγγύησης Ηνωμένου Βασιλείου, Ελλάδας, Τουρκίας για την Κύπρο; Συμφωνία, που επέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο ως αντάλλαγμα για την ανεξαρτησία της Κύπρυ, αλλά που χρησιμοποίησε η Τουρκία, ως δικαιολογία, για να επέμβει κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, αν και σε πλήρη αντίθεση με τον Χάρτη των Η.Ε.;

Συμφωνίες «αξιοποίησης» ενεργειακών αποθεμάτων; Συμφωνίες ειρηνικής επίλυσης διεθνών διαφορών, όπως ήταν το Ελσίνκι, που δήθεν δέσμευαν την Τουρκία να παραπέμψει τις ελληνοτουρκικές διαφορές στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (θυμίζω ότι η Τουρκία δεν συμμετείχε καν στην διαπραγμάτευση και ποτέ μια συμφωνία δεν μπορεί να δεσμεύει τρίτα κράτη), αλλά αυτό αποτέλεσε μεγάλη διπλωματική επιτυχία της κυβέρνησης Σημίτη;

Πολιτική, χωρίς σοβαρή γνώση του διεθνούς δικαίου δεν μας πάει μακριά. Τουλάχιστον, να μπορούμε να αναγνωρίζουμε με καθαρότητα, τις περιπτώσεις που πίσω από διεθνείς συμφωνίες κρύβονται παλιού τύπου αποικιοκρατισμοί. Και πότε τοπικοί ηγέτες μεσω υπογραφής συμφωνιών θυμίζουν τα παλιά western με τους φυλάρχους που με λίγο νερό που καίει και καπνό τα έδιναν όλα. Και συνέφεραν.